παρηονιτις

παρηονιτις
    παρῃονῖτις
    παρ-ῃονῖτις
    -ῐδος adj. f [ἠϊών] находящаяся на берегу, прибрежная
    

(χερμάς Anth.)


Древнегреческо-русский словарь - М.: ГИИНС. . 1958.

Игры ⚽ Нужна курсовая?

Смотреть что такое "παρηονιτις" в других словарях:

  • παρηονίτις — ίτιδος, ἡ, Α αυτή που βρίσκεται στην ακτή, η επάκτια. [ΕΤΥΜΟΛ. < παρ(α) * + ἠϊών, όνος «παραλία, όχθη, ακτή» + επίθημα ῖτις] …   Dictionary of Greek

  • χερμάς — άδος, ἡ, ΜΑ χερμάδιον*, πέτρα για ρίψη εναντίον αντιπάλου (α. «χαλκῷ μέλη τετρωμένοι ἤ χερμάδι τηλεβόλῳ», Πίνδ. β. «πόρρωθεν χερμάσι καὶ παλτοῑς ἔβαλλον», Ιώσ.) αρχ. 1. βότσαλο ακρογιαλιάς («παρηονῑτις... χερμάς», Ανθ. Παλ.) 2. σωρός από πέτρες… …   Dictionary of Greek


Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»